A. ΓΑΣΤΡΟΟΙΣΟΦΑΓΙΚΗ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΙΚΗ ΝΟΣΟΣ (ΓΟΠΝ)

Ο όρος ΓΟΠΝ περιγράφει την παθολογική κατάσταση κατά την οποία έχουμε συμπτώματα ή ιστοπαθολογικές βλάβες στον οισοφάγο από παλινδρόμηση γαστρικού ή γαστροδωδεκαδακτυλικού υγρού.
Ο οισοφάγος είναι ένας μυϊκός σωλήνας, ο οποίος συνδέει τον φάρυγγα με τον στόμαχο για τη μεταφορά της τροφής. Αυτός ο σωλήνας έχει μηχανισμούς (η κινητικότητά του, η οποία με τη κατάποση της σιέλου αυξάνεται, η παρουσία του κάτω οισοφαγικού σφιγκτήρα) που δεν επιτρέπουν την παλινδρόμηση του γαστρικού περιεχομένου στον αυλό του. Όταν αυτοί οι μηχανισμοί διαταραχθούν, όπως μπορεί να συμβεί σε παθήσεις που μειώνουν την κινητικότητα του οισοφάγου – σκληρόδερμα, ν. Chagas, αγγειακά εγκεγαλικά – ή που διαταράσουν τη πίεση του κάτω οισοφαγικού σφιγκτήρα – παρουσία διαφραγματοκήλης, λήψη φαρμάκων, λήψη μεγάλων ποσοτήτων λιπαρής τροφής, σοκολάτας, καφέ, αλκοόλ ή/και όταν αυξηθεί η οξύτητα του γαστρικού οξέος έχουμε την εκδήλωση της νόσου.
Φυσιολογικά κατά τη διάρκεια της ημέρας σε ένα ποσοστό 2% έχουμε παλινδρόμηση και σε ένα 0,3% κατά τη διάρκεια της νύχτας
Είναι νόσος πολύ συχνή καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι πάσχουν απ’ αυτήν.

Ποια τα συμπτώματα αυτής;
Οπισθοστερνικός καύσος, ο οποίος μπορεί να επεκτείνεται στη πλάτη ή/και στις ωμοπλάτες.
Ρέψιμο, το οποίο συνοδεύεται από παλινδρόμηση στομαχικού περιεχομένου στο φάρυγγα με αποτέλεσμα την αίσθηση πικρής γεύσης. Συνήθως εμφανίζεται μετά από πλούσια και λιπαρά γεύματα.
Δυσφαγία, η οποία ερμηνεύεται ως δυσκολία στη κατάποση. Συνήθως προκαλείται από καλοήθεις στενώσεις του οισοφάγου, λόγω της χρόνιας φλεγμονής από τη παλινδρόμηση του όξινου περιεχομένου του στομάχου με αποτέλεσμα αυτή να γίνεται περισσότερο αισθητή στη λήψη στέρεου φαγητού.
Οδυνοφαγία, η αίσθηση οπισθοστερνικού πόνου με την κατάποση.
Άλλες εκδηλώσεις της νόσου είναι η διαβρωτική οισοφαγίτιδα, η οποία μπορεί να γίνει αιμορραγική (2-6% των περιπτώσεων), οι στενώσεις, ο οισοφάγος Barrett, το άσθμα, ο χρόνιος βήχας, η βραχνάδα στη φωνή, η υποτροπιάζουσα ωτίτιδα και αμυγδαλίτιδα στα παιδιά καθώς και αλλοιώσεις στη γλώσσα και στα δόντια.

Τα όπλα για να διαγνώσουμε τη νόσο είναι η γαστροσκόπηση, η μανομετρία οισοφάγου (η μέτρηση της πίεσης στον κάτω οισοφαγικό σφιγκτήρα) και η πεχαμετρία ( η μέτρηση της οξύτητας του γαστρικού υγρού).
Η αντιμετώπιση της νόσου έχει σχέση με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων.
Στις ήπιες μορφές συνιστούμε αλλαγή του τρόπου ζωής με τη λήψη αντιόξινων, προκινητικών σκευασμάτων ή τη λήψη ρανιτιδίνης, στις μέτριες μορφές φαρμακευτική αγωγή με αναστολείς της αντλίας πρωτονίων, ενώ στις βαριές, ειδικά επί κινδύνου επιπλοκών τη χειρουργική επέμβαση.

Β. ΟΙΣΟΦΑΓΙΤΙΔΑ

Είναι η κατάσταση κατά την οποία υπό τη δράση κάποιων παραγόντων παρατηρούνται διαβρώσεις (επιφανειακά έλκη), ή εξελκώσεις (βαθύτερα έλκη) στο αυλό του οισοφάγου με αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων (οπισθοστερνικού καύσου- άλγους, οδυνοφαγίας, δυσφαγίας κ.α) ή /και επιπλοκών (αιμορραγία, στένωση του αυλού, διάτρηση, αναιμία).

Οι αιτίες εμφάνισης της νόσου μπορεί να οφείλονται σε:

  1. λήψη φαρμακευτικών σκευασμάτων μέσω μηχανισμού άμεσης κυστικής δράσης-ασκορβικό οξύ,σκευάσματα σιδήρου, τετρακικλίνη, ΜΣΑΦ, χημειοθεραπευτικά σκευάσματα ή μέσω μηχανισμού επαγωγής της ΓΟΠ – ανταγωνιστές ιόντων ασβεστίου.
  2. σε ενδογενείς καταστάσεις: παρουσία διαφραγματοκήλης με παρουσία ΓΟΠΝ ή σε
  3. σε εξωγενείς καταστάσεις:
  • λοιμώδη νοσήματα του οισοφάγου (bold-παραπομπή), μυκητίαση οισοφάγου, ιογενείς λοιμώξεις από τον ιό του απλού έρπητα ή τον κυτταρομεγαλοϊό.
  • τραύμα: Ιατρογενές – τοποθέτηση levine ή Μη ιατρογενές – τροχαίο ατύχημα

Η διάγνωση επιτυγχάνεται κυρίως με τον ενδοσκοπικό και απεικονιστικό έλεγχο του οισοφάγου.

Η θεραπεία αποσκοπεί στη καταπολέμηση του κύριου αιτίου δημιουργίας της νόσου και στη χορήγηση σκευασμάτων μείωσης της οξύτητας του γαστρικού υγρού (ομεπραζόλη, λανσοπραζόλη,ραμπεπραζόλη, παντοπραζόλη) για αρκετό χρονικό διάστημα.

Γ. ΟΙΣΟΦΑΓΟΣ BARRETT

Είναι η κατάσταση κατά την οποία παρατηρείται μετάπλαση του επιθηλίου του οισοφάγου σε γαστρικό. (Το όνομα το έλαβε από έναν Αυστραλό χειρουργό τον (Norman Barrett).

Η αιτία εμφάνισης της νόσου είναι η χρόνια ΓΟΠ (γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση).

Η μετάπλαση αυτή δεν δημιουργεί συμπτώματα αλλά έχει μεγάλη κλινική σημασία λόγω της αυξημένης συχνότητας δημιουργίας αδενοκαρκινώματος στον οισοφάγο.

Η μέση ηλικία εμφάνισης της νόσου είναι τα 55 έτη, σπάνια σε ηλικίες κάτω των 10 ετών, συνήθως αφορά λευκούς άντρες, ενώ είναι ασυνήθιστη σε μαύρους και Ασιάτες.

Η ετήσια συχνότητα δημιουργίας αδενοκαρκινώματος του οισοφάγου σε ασθενείς με Barrett είναι περίπου 0,5% ετησίως.

Η παχυσαρκία και ιδιαίτερα η ανδρικού τύπου (αυξάνεται η ενδοκοιλιακή πίεση και ηπαραγωγή αυξητικών ορνονών όπως ο IGFI) καθώς και η χρήση ποσοτήτων αλκοόλ και τσιγάρου αυξάνουν την επίπτωση της νόσου (αύξηση της παραγωγής γαστρικού οξέως).

Οι 2 τελευταίοι παράγοντες έχει φανεί ότι ενώ οι βασικότερες αιτίες δημιουργίας πλακώδους καρκίνου του οισοφάγου δεν φαίνεται να επηρεάζουν την συχνότητα εμφάνισης του αδενοκαρκινόματος του οισοφάγου, ενώ έχει φανεί ότι η παρουσία H. pylori (ενός μικροβίου στο στόμαχο) μπορεί να έχει προστατευτική δράση.

Η διάγνωση γίνεται μόνο με ενδοσκοπικό έλεγχο και λήψη βιοψιών.

Η παρακολούθηση των ασθενών εξαρτάται από τα αποτελέσματα των βιοψιών.

Έτσι ασθενείς χωρίς δυσπλασία στις βιοψίες θα πρέπει να επαναλαμβάνουν τη γαστροσκόπηση εντός 1 έτους. Εάν δεν βρεθεί δυσπαλσία οι ασθενείς θα πρέπει να εξακολουθούν να παρακολουθούνται ενδοσκοπικά αλλά το χρονικό διάστημα επεκτείνεται κάθε 3 χρόνια. Ακόμα και αν σε 2 συνεχόμενες ενδοσκοπήσεις δεν βρεθεί δυσπλασία, οι ασθενείς αυτοί είναι υψηλού ρίσκου εμφάνισης κακοήθειας στον οισοφάγο.

Ασθενείς με χαμηλόβαθμη δυσπλασία θα πρέπει να υποβληθούν σε ενδοσκοπικό επανέλεγχο σε 6 μήνες προς αποκλεισμό μετάπτωσης της δυσπλασίας σε υψηλόβαθμη. Το 75% αυτών των ασθενών δεν θα επιδεινόσουν την δυσπλασία τους για μακρύ χρονικό διάστημα παρακολούθησης, ενώ 40% από αυτούς στην επόμενη εξέταση δεν θα παρουσιάζουν δυσπλασία. Έτσι εάν δεν ανευρεθεί δυσπλασία στα άτομα αυτά στην επόμενη εξέταση, η ενδοσκόπηση θα πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο μέχρι που ο ασθενής σε δυό συνεχόμενες εξετάσεις δεν παρουσιάσει δυσπλασία. Τότε τα χρονικά διαστήματα ενδοσκόπησης μπορούν να επεκταθούν χρονικά.

Ασθενείς με υψηλόβαθμη δυσπλασία είναι υψηλού ρίσκου εμφάνισης οισοφαγικού αδενοκαρκινώματος. 33% των ασθενών αυτών εντός της 5ετίας θα αναπτύξει κακοήθεια. Αυτοί οι ασθενείς θα πρέπει να υποβάλλονται σε θεραπευτικές επεμβάσεις αν και θα μπορούσαν αυτοί που αρνούνται τις θεραπευτικές επεμβάσεις ή που έχουν αντενδείξεις, να υποβάλλονται σε ενδοσκοπικό έλεγχο κάθε 3 μήνες.

Η θεραπεία καταρχάς αφορά τη ΓΟΠΝ. Επί παρουσίας δυσπλασίας στις βιοψίες τότε κι αναλόγως το βαθμό της δυσπλασίας μπορεί να γίνει καυτηριασμός της βλάβης με Argonplasma, ραδιοσυχνότητες (HALO), κρυοθεραπεία ή κι ενδοσκοπική βλεννογονεκτομή (EMR). Η επιλογή της μεθόδου εξατομικεύεται ανάλογα τη κλινική κατάσταση του ασθενούς, τα συνυπάρχοντα νοσήματα, την εμπειρία του ιατρού και την προτίμηση ου ασθενή.

Σε περίπτωση διηθητικού καρκίνου ο ασθενής πρέπει να υποβληθεί σε οισοφαγεκτομή.

Η πρόληψη της νόσου έγκειται περισσότερο στην αποφυγή όλων αυτών των καταστάσεων που οδηγούν σε αύξηση της γαστρικής οξύτητας και παλινδρόμησης, ενώ όταν η νόσος διαπιστωθεί τακτικός εδοσκοπικός έλεγχος από τον Γαστρεντερολόγο μας.